Thursday, July 26, 2007

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ!!!.....PART 2

Mαρτυριες χρηστων: Αληθινές μαρτυρίες ναρκομανών

Συλβί, 17 χρόνων

“Στα δεκατέσσερα, άρχισα να μπαίνω στο χώρο των ναρκωτικών. Είναι ένας τρομερός χώρος, ένας κόσμος που σε καλεί ασταμάτητα. Είναι ο θάνατος”.

Αλεξάντερ, 17 χρόνων

“Καθώς μπλέκεις με τα ναρκωτικά υπάρχει κάτι που παίζει συχνά πολύ μεγάλο ρόλο : ένας ναρκομανής ψάχνει να βρει ένα σύντροφο που να τον μετατρέψει σε εικόνα του. Αν έζησε κάτι πολύ δυνατό θα κάνει και τον άλλο να νιώσει το ίδιο”.

Ζαν-Κλοντ, 18 χρόνων

“Στην τηλεόραση είδα αληθινούς ναρκομανείς. Όχι ανθρώπους που χτυπάνε ένα τσιγάρο που και που, αλλά τύπους που είχαν αλήθεια παραισθήσεις. Ήταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση, με μάτια κόκκινα. Εγώ μια μέρα κάπνισα ένα και αρρώστησα. Δεν πρέπει όμως να πας παραπέρα”.
Δεν είμαι ειδικός σε θέματα ουσιών. Μοιράζομαι μαζί σας την εμπειρία που έζησα στο σπίτι μου
μέσα από τη χρήση και την πορεία απεξάρτησης του παιδιού μου.
Παρότι είχα αρκετές ενδείξεις και διαισθανόμουν ότι κάτι δεν πάει καλά, πέρασα από πολλές
αμφισβητήσεις και αρνήσεις μέχρι να πιστέψω ότι ο γιος μου έπεσε στα ναρκωτικά.
Ξαφνικά εκεί στα 15 του, σταδιακά άρχισε να χάνει το ενδιαφέρον του για το σχολείο και για
άλλες δραστηριότητες, αργούσε το βράδυ, δεν ξύπναγε το πρωί, κοιμόταν στην τάξη και άλλαξε
όψη. Εκεί που ήταν ευαίσθητο και χαρούμενο παιδί άρχισε να σκληραίνει. Αρκετές φορές
ερχόταν με κόκκινα μάτια και μέρα με τη μέρα έχανε το ενδιαφέρον του για τη ζωή. Από το
σπίτι έλλειπαν χρήματα. Δεν ήθελε να ξέρουμε τίποτε για τους φίλους του, γιατί μεγάλωσε
και μπορεί να χειρίζεται μόνος του πλέον τα θέματά του. Έπαψε να μοιράζεται πράγματα
και σκέψεις του μαζί μας. Όλα αυτά τα απέδιδα τόσο εγώ, όσο και οι ειδικοί που
απευθύνθηκα στα περίεργα της εφηβίας. Και όσο περνούσε ο καιρός τόσο πηγαίνανε προς
το χειρότερο όλα. Και κάποια μέρα δεν υπήρχε κανένα ενδιαφέρον για τίποτε άλλο, εκτός
από το πώς θα εξασφαλίσει τη δόση του. Δεν ήθελα να δεχτώ ότι ο γιος μου είναι εξαρτημένος. Είχα κάνει προσπάθειες με απειλές, με
βία, με μαλακό τρόπο, με συμβουλές. Έφτασε να με χειρίζεται με οποιοδήποτε τρόπο έβρισκε και
μπορούσε. Αν ψάξω τις αιτίες, έχω να τονίσω μερικές σημαντικές. Κακή επικοινωνία και κακές
σχέσεις στην οικογένεια, βία και καταπίεση, συνεχής αποδοκιμασία, ανασφάλεια, χαμηλή
συναισθηματική κάλυψη και έκφραση, απόρριψη, ασύδοτες παροχές και βόλεμα, μοναξιά,
παθητικότητα, έλλειψη αξιών και οραμάτων, έλλειψη σεβασμού και αγάπης, έλλειψη ορίων,
κανόνων και κινήτρων. Η αλλαγή προς τη σωτηρία ξεκίνησε από μια στροφή σε όλα τα παραπάνω, όλης της
Οικογένειας. Έμαθα για το ΚΕ.Θ.Ε.Α. και την Κοινότητα ΣΤΡΟΦΗ και μπήκα στο Πρόγραμμα
Οικογένειας με την σύζυγό μου και την κόρη μου. Παράλληλα Παράλληλα ο γιος μου έκανε το Πρόγραμμα της Κοινότητας. Ήταν σημαντικές οι διορθώσεις που κάναμε και που
συνεχίζουμε να κάνουμε με βάση όλα τα παραπάνω. Χρειάστηκε να αναθεωρήσουμε πολλές
απόψεις μας, ως γονείς και εγώ και η σύζυγός μου. Μας πήρε χρόνο να αντιληφθούμε ότι
το γεγονός της χρήσης που μπήκε στο σπίτι μας δεν ήταν καθόλου τυχαίο και είχε να
κάνει στο μεγαλύτερο βαθμό με την δική μας ανεπάρκεια και ανικανότητα. Η βασική δική μας ευθύνη είναι να δημιουργήσουμε ενδιαφέροντα μέσα στην Οικογένεια και να ενισχύσουμε τον
ρόλο μας ως γονιοί.
Τώρα ο γιος μου είναι φοιτητής και με έχει κάνει περήφανο με τα πράγματα που
πετυχαίνει και με τον τρόπο που αντιμετωπίζει τον εαυτό του και τους γύρω του. Στα μάτια του
αντικρύζω την λάμψη και τη θέληση για ζωή, μέσα από αξίες, ιδανικά, σεβασμό, ειλικρίνεια και
ξεκάθαρες σχέσεις.
Βασίλης Χριστάκης Μαρτυριες για τα ναρκωτικα απο αποφυλακισμενους και μη: ΦΟΙΒΟΣ

Ο Φοίβος, ένας ωραίος νέος, έφθασε στην καφετέρια των Άνω Λιοσίων με μηχανή μεγάλου κυβισμού και μπήκε δυναμικά στη συζήτηση. «Εγώ έχω ένα πρόβλημα στη ζωή μου... η φυλακή με έκανε τεμπέλη!» Όντας έγκλειστος από τα 16 του χρόνια σε σωφρονιστικά καταστήματα, όπου ελάχιστες φορές απασχολήθηκε με κάτι, συνήθισε να περνάει τις ώρες του άπραγος. Σήμερα η εργασιακή του αποκατάσταση φαντάζει αδύνατη, καθώς στην παθητικότητά του έρχεται να προστεθεί και το παρελθόν του εγκλεισμού που άφησε τα σημάδιά του με χαρακιές στα χέρια του από κάποια συμπλοκή... «Με σύστησαν σε ένα κατάστημα... μόλις το αφεντικό είδε αυτά (και έδειξε τις χαρακιές) με έδιωξε χωρίς δεύτερη κουβέντα!!»

Παιδί πολυμελούς οικογένειας η οποία έχει προβλήματα με το νόμο και παρελθόν εγκλεισμού. Μας λέει ότι δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα με την οικογένειά του. «Έκαναν ό,τι μπορούσαν».

Ο ίδιος έχει ελάχιστες αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία. Θεωρεί πως έχει περάσει όλη τη ζωή του στη φυλακή. «Ένιωσα πώς είναι να είσαι χαρούμενος, ξέγνοιαστος, και ευτυχισμένος μόλις πέρυσι, σε ηλικία 20 ετών, όταν έκανα για πρώτη φορά διακοπές!».

Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο βρέθηκε στη φυλακή είναι τα ναρκωτικά, από τα οποία φαίνεται να μην έχει ξεφύγει έως σήμερα.

Για τις παρέες του δηλώνει «αποφεύγω τις κακές παρέες, δεν έχω πολλούς φίλους. Προτιμώ να περνώ την ώρα μου μέσα βλέποντας τηλεόραση...».

Αυτή την εποχή είναι ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. «Δεν θέλω με τίποτα να πάω φυλακή» λέει, αλλά από το ύφος του φαίνεται συμβιβασμένος με την ιδέα του εγκλεισμού. Κάνει σύγκριση ανάμεσα στο πιθανό κέρδος από μία κλοπή και στα έξοδα που έχει κανείς άμα τον πιάσουν σε δικηγόρους, εγγυήσεις κ.λπ., σαν να μας παραθέτει τα έσοδα και τα έξοδα μιας απλής επαγγελματικής δραστηριότητας.

Δηλώνει απαισιόδοξος για το μέλλον του και επισημαίνει ότι προτεραιότητά του σήμερα είναι να βρει μια δουλειά, ώστε να συγκεντρώσει τα χρήματα που απαιτούνται για να κλείσει τις δικαστικές του εκκρεμότητες.

«Δεν έχω μάθει να κάνω όνειρα για το μέλλον... ζω για το σήμερα. Τι όνειρα να κάνω, Σήμερα είμαι ελεύθερος... αύριο αν δεν βρω τα χρήματα, θα είμαι πάλι μέσα....Να παντρευτώ Να κάνω οικογένεια… Κι αυτά λεφτά θέλουν .... εγώ δεν έχω ούτε δουλειά....και να βρω, ...μεροδούλι - μεροφάι....»

Η κουβέντα μας με τον Φοίβο κράτησε πάνω από τρεις ώρες. Η διάθεσή του να μιλήσει για τη ζωή του μας φανέρωσε και την ανάγκη του να ακουστούν τα προβλήματά του . Μας είπε πως έχει ακούσει για τα προγράμματα στήριξης των αποφυλακιζομένων, αλλά πως όσες φορές απευθύνθηκε κάπου δεν βρήκε ανταπόκριση.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ

Ο 23χρονος Κυριάκος είναι ένας νέος συγκροτημένος, έχει προγραμματίσει τη ζωή του και έχει ήδη αποκατασταθεί οικονομικά και επαγγελματικά. Ζεστός και φιλικός, μοιράζεται πρόθυμα την εμπειρία του εγκλεισμού του και του αγώνα της απεξάρτησής του από τα ναρκωτικά. Ήταν ένας αγώνας που τον ξεκίνησε και τον ολοκλήρωσε μόνος.

Ο εγκλεισμός του αρχικά στο Σωφρονιστικό Κατάστημα Ανηλίκων Κορυδαλλού και στη συνέχεια στο Ανοικτό Σωφρονιστικό Κατάστημα Ανηλίκων Κασσαβέτειας τον οδήγησε να καταλάβει τη σημασία της προσωπικής ελευθερίας που στερήθηκε. Η εμπειρία του στον Κορυδαλλό, αν και σύντομη, ήταν τραυματική, καθώς ισχύει το δίκαιο του ισχυρότερου και δραστηριοποιούνται στον χώρο του καταστήματος διάφορες ομάδες ισχύος. Αντίθετα, στην Κασσαβέτεια δεν δημιουργήθηκε ποτέ κάτι ανάλογο. «Η υπερενεργητικότητα των εφήβων βρίσκει διεξόδους στις ανοικτές φυλακές και εκτονώνεται, μέσα από προγράμματα κατάρτισης και δημιουργικής απασχόλησης που προετοιμάζουν την επαγγελματική τους επανένταξη.».

Μετά την έξοδό του από την Κασσαβέτεια και μόλις πέρασαν οι δύο πρώτες ημέρες, άρχισε να αποζητά τις ουσίες στις οποίες είχε εθιστεί. Έως τη στιγμή εκείνη δεν είχε αποφασίσει να απεξαρτηθεί, και τούτο μολονότι ούτε η ενημέρωση τού έλειπε για τις επιβλαβείς συνέπειες της χρήσης στην ανθρώπινη υγεία, αλλά ούτε και η συναίσθηση ότι δεν υπήρχε γι’ αυτόν μέλλον αν συνέχιζε τη χρήση. Ωστόσο, όπως ο ίδιος ανέφερε, το μόνο που μπορεί να απομακρύνει έναν χρήστη από τις ουσίες και να προκαλέσει τη σταθερή απόφαση της αποτοξίνωσης είναι το σοκ που προκαλείται από την προσωπική και άμεση βίωση του θανάτου φίλων από ναρκωτικά ή των στερητικών συνδρόμων έως το τελικό και δυσκολότερο στάδιό τους, την αγωνιώδη προσπάθεια που κάνει κάποιος για απεξάρτηση. Ο ίδιος δεν δούλεψε σε κοινότητα, διότι το θεραπευτικό πλαίσιο της κοινότητας δεν του ταίριαζε.

Η πρώτη επαφή του με ουσίες έγινε τρεις μόνο μέρες μετά την έξοδό του από τη φυλακή. Ήταν καθαρά τυχαίο και συμπτωματικό ότι, όπως ο ίδιος ανέφερε, δεν αισθάνθηκε από τη χρήση την «απόλαυση» που περίμενε. Τώρα, σκεπτόμενος εκείνη την περίοδο, θεωρεί ότι αν δεν συνέβαινε αυτό, ίσως να μην είχε πάρει την απόφαση να αποτοξινωθεί. Η απόφαση ήταν δική μου και τον αγώνα μου τον έδωσα μόνος μου, ήταν η φράση που επαναλήφθηκε πολλές φορές και έμεινε από τη συζήτηση. Η συχνή επίκλησή της δίνει ίσως το στίγμα μιας ανάγκης του Κυριάκου για επιβεβαίωση της έως τώρα επιτυχούς προσπάθειας, της νίκης.

ΛΕΥΤΕΡΗΣ

Δυστυχώς τον Λευτέρη δεν έτυχε να τον συναντήσουμε πάλι ελεύθερο. Σε αυτά τα πέντε χρόνια που πέρασαν από την προηγούμενη έρευνά μας ο Λευτέρης κατάφερε να αποφυλακιστεί, αλλά σχεδόν ταυτόχρονα επανεγκλείστηκε, και μάλιστα αυτή τη φορά στη Δικαστική Φυλακή Ενηλίκων.

Ρότα ζωής μαθηματικά προδιαγεγραμμένη. Χωρίς οικογένεια, παιδί του δρόμου, υπήρξε τρόφιμος όλων των αναμορφωτικών ιδρυμάτων της χώρας. Εκεί έμαθε καλύτερα την τέχνη του εγκληματείν και σήμερα μπορεί να υπερηφανευτεί ότι, παρά το νεαρό της ηλικίας του, κατέχει τα πρωτεία της τέχνης.

Βρίσκεται βαθιά δοσμένος στον «παράδεισο» των ναρκωτικών, στον δικό του κόσμο, που είναι ολότελα διαφορετικός από εκείνον κάθε νεαρού της ηλικίας του.

Πλήρως εξοικειωμένος στο περιβάλλον της φυλακής, στον δικό του χώρο, τον οποίο μάλλον ευγνωμονεί αφού εδώ τού παρέχονται τα απαραίτητα προς το ζην. «Οι χειμώνες περνούν εύκολα, μόνο τα καλοκαίρια είναι μεγάλα», λέει. «Και πώς περνάς την ώρα σου;», τον ρωτώ. «Μαθαίνω το μεγάλο κόλπο...», μου απαντά αμέσως. «Την επόμενη φορά θα είμαι πιο τυχερός...»

Αδράνεια, παθητικότητα, αδιαφορία είναι ό,τι προσέθεσε η φυλακή στη φτώχεια, την έλλειψη της οικογένειας και της παιδείας στο ιστορικό. Ποιος θα διακόψει τη χωρίς γυρισμό πορεία της ζωής του;

Σίγουρα όχι άλλο ένα ίδρυμα ή άλλοι «ομοίως» αδιάφοροι φορείς και θεσμοί. Zητείται ΕΛΠΙΣ.

ΚΩΣΤΑΣ

Την Πέμπτη το απόγευμα δώσαμε ραντεβού με τον Κώστα στο σινεμά Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ, στην Κηφισιά. Ο Κώστας είναι 22 χρόνων. Στη συνάντηση άργησε να έρθει. Τηλεφωνήσαμε στο σπίτι του. Ήταν εκεί. Δεν θυμόταν ούτε τον χρόνο της συνάντησης, ούτε τον τόπο. Ήρθε ύστερα από μία ώρα με μία φίλη του. Δεν ανέφερε τίποτα για την αργοπορία του. Θα φόραγε μαύρα ρούχα για να τον αναγνωρίσουμε. Τον πλησιάσαμε και συστηθήκαμε. Προβληματίστηκε. Ρώτησε πώς τον αναγνωρίσαμε. Είχε δεμένο στη μέση του ένα πουκάμισο. Το φόρεσε αμέσως. «Για να είμαστε όλοι κυριλέ» είπε. Αποφασίσαμε να πάμε κάπου ήσυχα. Στη διαδρομή είπε ότι είχε λίγο «τρακ». Καθίσαμε σε μία καφετέρια στην πλατεία και αρχίσαμε τη συζήτηση. Του εξηγήσαμε την έρευνα, το αντικείμενό της, τον σκοπό της. Δεν ενοχλήθηκε με την προσπάθειά μας να τον προσεγγίσουμε, να συναντηθούμε. Όταν ξεκινήσαμε τις ερωτήσεις, έδειξε ταραγμένος. Γρήγορα, όμως, άρχισε να νιώθει πιο άνετα. Χαμογελούσε. Σε λίγο, άρχισε να μας αποκαλεί «φίλο». Ο Κώστας ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος να μας βοηθήσει, να απαντήσει στις ερωτήσεις μας ,να μας διηγηθεί τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, να μας πει τα όνειρά του. Μετά από κάθε απάντησή του, μας κοίταζε και προσπαθούσε να δει, να κρίνει την τυχόν αντίδρασή μας. Ίσως ήθελε να τον καταλάβουμε, να μας πείσει για την σκοπιμότητα των πράξεων και της συμπεριφοράς του.

Ο Κώστας έχει μιλήσει στη φίλη του για τη ζωή του. Εκείνη μίλαγε συνέχεια αντί γι’ αυτόν και τον συμπλήρωνε. Έχει αποδεχτεί το παρελθόν του και τον βοηθάει να σταθεί στα πόδια του. «Έχουμε στόχους»,άρχισε να λέει η φίλη του Κώστα. «Κατ’ αρχάς να μαζέψουμε χρήματα και να αφαιρέσουμε τα τατουάζ από το σώμα του Κώστα. Πηγαίνουμε να βρούμε δουλειά. Δεν είναι ωραία έτσι» (με τα τατουάζ). «Δεν τον εμπιστεύονται». Ο Κώστας εκφράζει τους φόβους του. Θέλει να ψάξει να βρει δουλειά. Δεν ξέρει, όμως, πώς να συμπεριφερθεί, να ντυθεί, να μιλήσει, Από 13 χρονών στη φυλακή. Τώρα ασχολείται περιστασιακά με προγράμματα.

Και τα όνειρά του; Θέλει να αγοράσει μία μηχανή. Και ύστερα; Θέλει να φύγει. Να πάει να ζήσει στην επαρχία, να μην τον ξέρει κανείς. Διαρκώς, εκδήλωνε μία ανησυχία για την εμφάνισή του. Τον απασχολεί πώς τον κοιτάζουν οι άλλοι. Τι σκέφτονται γι αυτόν.... Πηγαίνει στην Ομόνοια και τον πλησιάζουν διάφοροι. Του προτείνουν να του δώσουν ναρκωτικά. Αυτός, όμως, τώρα πια είναι «μακριά». «Καλά είναι να παίρνεις ναρκωτικά για να τη βρίσκεις, όχι για τσαμπουκά. Σήμερα και τα δωδεκάχρονα πήραν αέρα», τόνισε. Εξήγησε, όμως, ότι η χρήση τους είναι αναγκαία στη φυλακή, για να «ξεχνάς», να «τη βρίσκεις».

Και ύστερα η κουβέντα έρχεται στη φυλακή. Ο Κώστας σωπαίνει κουνώντας το κεφάλι και κατόπιν αναρωτιέται: «Πόσο τρελαμένοι θα είναι αυτοί, που είναι τώρα μέσα… Οι δύο στους δέκα είναι καλοί. Θα χαλάσουν, όμως, και αυτοί μετά». Τώρα, όμως, η φυλακή δεν του δημιουργεί κανένα δυσάρεστο συναίσθημα. Η φίλη του με πλησιάζει και μου εξομολογείται «Μέσα στη φυλακή είναι μονότονα. Μια φορά έκανε μία χαρακιά στο χέρι του για να πάει μια μέρα στο νοσοκομείο, πέντε μέτρα παρακάτω, για να αλλάξει περιβάλλον. Για μια μέρα! Το πιστεύεις;»

Η φίλη του έβρισκε την ευκαιρία να μου μιλήσει. Να πει κάτι παραπάνω όταν ο Κώστας μιλούσε με τον άλλο ερευνητή. «Ξέρεις, δεν τον ενδιαφέρει η εκδίκηση....Αυτό που τον ενοχλεί είναι ότι έπεσε θύμα κλοπής...» Η φίλη του Κώστα ενδιαφερόταν πολύ για εκείνον. Θέλει να τον βοηθήσει. Αντιμετωπίζει, όμως, προβλήματα με τους γονείς της σχετικά με αυτή τη σχέση της. Ο ίδιος, όμως ο Κώστας ισχυρίστηκε ότι δεν τον βοήθησε κανείς όταν βγήκε από τη φυλακή, παρά μόνον ο εαυτός του. Και όταν του αναφέραμε τη βοήθεια της φίλης του, αυτός χαμογέλασε και αδιαφόρησε με εγωισμό.

Θυμήθηκε τους υπόλοιπους στη φυλακή. Τον φίλο του τον Αντώνη. Πολλοί από αυτούς τώρα συχνάζουν στην Ομόνοια. Ο ίδιος, όμως, δεν θέλει να διατηρεί σχέσεις μαζί τους. Θέλει να ξεφύγει.

Αργότερα, η φίλη του έφυγε. Ξαναρωτήσαμε τον Κώστα για τα ναρκωτικά και αυτή τη φορά μας απάντησε θετικά. Μετά τη συνάντησή μας θα πήγαινε στην Ομόνοια για «τσιγάρο». Ήταν βιαστικός. Είχε ήδη βραδιάσει, όταν τελειώσαμε τη συζήτηση. Αποχωριστήκαμε και ο Κώστας πήρε τον δρόμο για την Ομόνοια.....

ΒΑΓΓΕΛΗΣ

Τον Βαγγέλη τον εντοπίσαμε τηλεφωνικά ύστερα από πολλές προσπάθειες. Δεν έχει σταθερή και μόνιμη κατοικία και μόνο τυχαία μπορεί να τον βρει κανείς, είτε στο σπίτι της φίλης του είτε στο σπίτι του παππού του από όπου περνάει κατά καιρούς. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να μας μιλήσει και ζήτησε τον αριθμό του τηλεφώνου μας για να επικοινωνήσει πάλι μαζί μας.

Την επομένη αυτής της πρώτης επικοινωνίας πολύ νωρίς το πρωί μας τηλεφώνησε ζητώντας να συναντηθούμε. Βρεθήκαμε τελικά το ίδιο απόγευμα στο κέντρο του Πειραιά. Από την πρώτη στιγμή ήταν φανερή η διάθεσή του να μας μιλήσει για τη ζωή του και να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Μας εξήγησε πως όλο το προηγούμενο βράδυ γυρνούσε στις πλατείες και πως όταν ξημέρωσε θυμήθηκε ότι κάποιος ζήτησε να ακούσει την ιστορία του.

Εξιστορώντας μας τις ατυχίες του μετά το 1993 και τον πρώτο του εγκλεισμό, επανέλαβε πολλές φορές «Είμαι δυνατός χαρακτήρας... Γι’ αυτό αντέχω ακόμη. Τώρα πια μπορώ να αντιμετωπίσω τα πάντα. Τίποτα δε με τρομάζει».

Μετά την αποφυλάκιση του και με τη βοήθεια του φίλου του Αντώνη βρήκε σπίτι, το επίπλωσε και προσπάθησε να βάλει τη ζωή του σε τάξη. Όμως η ζωή τού επιφύλασσε εκπλήξεις. Πρώτα ο θάνατος του Αντώνη, του φίλου που τον στήριζε, και στη συνέχεια ένα ατύχημα, που τον έκανε να μείνει πολλούς μήνες στο νοσοκομείο. Υποβλήθηκε σε πολλές εγχειρίσεις. Όταν βγήκε από το νοσοκομείο, ο ιδιοκτήτης είχε κρατήσει τα πράγματά του για τα ενοίκια που του χρωστούσε και έτσι βρέθηκε και πάλι στον δρόμο. Κανείς δεν μπορούσε να τον φιλοξενήσει. Όταν κάποια στιγμή του φέρθηκαν «άδικα», ξέσπασε τα νεύρα του και ξαναβρέθηκε στη φυλακή.

Κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του προσπάθησε να μην έχει σχέση με τους άλλους συγκρατούμενους. Όσες περισσότερες ώρες μπορούσε, έκανε γυμναστική ώστε να απομονώνεται από τους άλλους και να μη σκέφτεται τα προβλήματά του.

Τώρα, όντας και πάλι ελεύθερος, προτιμά να μένει στις πλατείες παρά στα φθηνά ξενοδοχεία. Προσπαθεί να βρει μία σταθερή δουλειά, αλλά είναι δύσκολο να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του αν δεν βρει πρώτα μία στέγη να κοιμάται. Την επόμενη φορά που θα συναντήσουμε κάποιο παιδί να κοιμάται σε παγκάκι θα ξέρουμε ότι έχει να μας διηγηθεί μία ιστορία ανάλογη του Βαγγέλη... Καλή τύχη Βαγγέλη.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ

Συνάντησα τον Διονύση στη φυλακή. Ήταν φιλικός και άνετος στη συζήτηση. Δεν ντράπηκε και δεν φοβήθηκε να μου πει ακόμα ότι έχει κάνει τόσες παράνομες πράξεις (κυρίως μικροκλοπές για να προμηθεύεται ναρκωτικά), που αν τον είχαν συλλάβει θα έκανε φυλακή τουλάχιστον για 300 χρόνια, όπως μου εκμυστηρεύτηκε. Και όμως η φυλακή είναι γι’ αυτόν ζωή με την κυριολεκτική της έννοια. Όταν δηλαδή είναι έγκλειστος, τότε μόνο μένει μακριά από τη χρήση, και τότε μόνο έχει ελπίδα ότι θα ζήσει

Είναι μόλις 23 ετών, αλλά τα 11 από αυτά τα έχει ζήσει με στενότατη εξάρτηση από τα ναρκωτικά. Θέλει να πιστεύει ότι η φυλακή τού έμαθε τα ναρκωτικά, αλλά –όπως φαίνεται- μάλλον οι παρέες είναι εκείνες που τον «μπέρδεψαν στα κόλπα». Όταν είναι έξω δεν σκέπτεται τίποτε άλλο από το να πάρει ναρκωτικά. Ούτε το μικρό κοριτσάκι και η σύντροφός του, ούτε και η δουλειά του, στην οποία δεν είναι κακός, αρκούν για να τον κρατήσουν μακριά από το πάθος του.

Η οικογένεια του μάλλον αντιμετωπίζει με αδιαφορία την περίπτωση του Διονύση. Δεν τον επισκέπτονται στη φυλακή, ούτε και τον στηρίζουν ηθικά ή υλικά.

Μου τόνισε πολλές φορές πως αν υπήρχε βοήθεια από το σπίτι και την οικογένειά του, ίσως δεν θα ξανάπεφτε στα ναρκωτικά. Ταυτόχρονα όμως δικαιολόγησε τους γονείς του, αναγνωρίζοντας ότι είναι κουρασμένοι και μεγάλης ηλικίας και ότι αν ακόμη ήθελαν, δεν θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν.

Πιστεύει ότι αν έβρισκε μια δουλειά, θα μπορούσε να κερδίσει ξανά τη ζωή του από την αρχή. Όμως το βασικό πρόβλημα δεν είναι ότι δεν μπορεί να βρει δουλειά, αλλά ότι δεν μπορεί να την κρατήσει, καθώς τον διώχνουν συνεχώς λόγω της εξάρτησής του από τα ναρκωτικά.

Πιστεύει ότι αν αλλάξουν σπίτι μετά την αποφυλάκισή του και μετακομίσουν στην Κρήτη, όπως έχουν αποφασίσει, θα ξεφύγει από τις παρέες που τον κυνηγούν και που κάθε φορά μετά τη φυλακή τον ξαναγυρίζουν στο τέλμα των ναρκωτικών. Εκτιμώ ότι δεν έχει τη δύναμη να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο των ναρκωτικών και της φυλακής. Είναι φανερό ότι δεν θέλει να εγκαταλείψει την επίπλαστη ευτυχία των ναρκωτικών. Άλλωστε, δεν έχει παρακολουθήσει ποτέ πρόγραμμα απεξάρτησης ούτε και το ζήτησε. Απλώς επιθυμεί να καλύπτει έτσι τα νώτα του και την παραβατική του δράση ,όπως κάνουν και οι φίλοι του από τους οποίους όμως μόνον εκείνος μπαινοβγαίνει στη φυλακή.

Η φυλακή δεν του έμαθε ούτε την αξία της δουλειάς, ούτε την πειθαρχία. Αντιμετωπίζει τη φυλακή μόνον ως τρόπο αποτοξίνωσης. Δεν παρακολουθεί κανένα πρόγραμμα, απλώς δουλεύει για να τελειώσει γρηγορότερα ο χρόνος παραμονής του στη φυλακή.

ΝΙΚΟΛΑΣ

Η συνάντηση με τον Νικόλα έγινε σε ένα συνοικιακό καφενείο μίας επαρχιακής πόλης των Θηβών.

Από την αρχή της συνάντησης ήταν φιλικός και άνετος. Απαντούσε στις ερωτήσεις μας χωρίς ενδοιασμούς, έχοντας σταθερή και ήρεμη φωνή, γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε ότι και οι απαντήσεις του ήταν ειλικρινείς και αληθινές.

Εκείνο που μας έκανε αρχικά εντύπωση ήταν οι απόψεις του σχετικά με τις φυλακές. Ενώ θα περίμενε κανείς από έναν νέο άνθρωπο, που έχει τόσο νωρίς στερηθεί την ελευθερία του, να μην εκφράζεται θετικά για τον χώρο των φυλακών ο ίδιος είχε αντίθετη άποψη. Θεωρεί ότι στις φυλακές γνώρισε ανθρώπους με ψυχή που δεν βρίσκεις έξω και ότι έμαθε εκεί πολλά πράγματα και κυρίως το σεβασμό προς τους νόμους και τους κανόνες γενικότερα. Μάλιστα, όπως ο ίδιος αναφέρει, η φυλακή είναι ένα είδος κολεγίου!…

Όσο όμως θετική είναι η εικόνα που έχει για τις φυλακές, τόσο αρνητική είναι η άποψή του για το κοινωνικό περιβάλλον του και την επίσημη πολιτεία. Ο Νικόλας μεγάλωσε σε αγροτική οικογένεια όπου ο πατέρας του συστηματικά έπινε και χτυπούσε τόσο τη μητέρα του όσο και τον ίδιο.

Όταν αποφυλακίστηκε και επέστρεψε στο χωριό, άρχισαν τα πραγματικά προβλήματα. Μέσα στη μικρή κοινωνία του χωριού είχε στιγματιστεί. Κανένας, πλην μερικών εξαιρέσεων, δεν τον βοηθούσε. Προσπάθησε να βρει εργασία, αλλά στάθηκε αδύνατο. Από την επίσημη πολιτεία δεν γνώρισε καμία βοήθεια. Βέβαια, συχνές ήταν οι επισκέψεις της αστυνομίας, αφού ήταν ο κατ’ εξοχήν «συνήθης ύποπτος». Προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής μετά την αποφυλάκιση κατέφυγε πολλές φορές στο νοσοκομείο, όπου του συνεστήθη επανειλημμένα φαρμακευτική αγωγή με τη λήψη ηρεμιστικών.

Ο Νικόλας αισθάνεται μόνος και ξεχασμένος. Δεν νιώθει να έχει κανένα φίλο ή συμπαραστάτη και στα 23 του χρόνια δεν ονειρεύεται, ούτε σχεδιάζει το μέλλον.

ΜΙΧΑΛΗΣ

Τον Μιχάλη τον συναντήσαμε σε κάποια από τις Ελληνικές φυλακές. Από την πρώτη στιγμή ήταν ιδιαίτερα φιλικός και πρόθυμος να συνεργαστεί για την έρευνα. Όπως ο ίδιος ανέφερε, λαμβάνει μεγάλη ποσότητα ψυχοτρόπων φαρμάκων καθημερινά. Έτσι δικαιολογούνται τα διαστήματα που υπήρχαν κενά στη συζήτησή μας ή παλινδρομήσεις σε θέματα που ήδη είχαμε συζητήσει.

Το κύριο πρόβλημά του, γύρω από το οποίο περιστράφηκε η συζήτησή μας, ήταν οι σχέσεις του με την οικογένειά του. Από μικρός εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του. Μεγάλωσε με τον παππού και την γιαγιά. Μάλιστα με τον παππού του, ο οποίος δεν ζει σήμερα, δεν διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις. Ο Μιχάλης εξομολογείται ότι ο παππούς του τον έδερνε συχνά χωρίς σοβαρό λόγο. Αλλά και οι γονείς του αδιαφορούσαν και αδιαφορούν για την τύχη του. Τις ελάχιστες φορές που τον βοήθησαν, ο Μιχάλης θεωρεί ότι το έκαναν όχι από αγάπη αλλά από τυπικό ενδιαφέρον, εξαναγκαζόμενοι από τις περιστάσεις....

Σε όλη τη διάρκεια της δίωρης συζήτησής μας, ο Μιχάλης κάθε φορά που έφθανε η κουβέντα στο θέμα της οικογένειάς του και παρά τη φανερή επίδραση των ηρεμιστικών χαπιών που είχαν καταστείλει τις αντιδράσεις του, εκδήλωνε ιδιαίτερα επιθετικές τάσεις εναντίον των μελών της. Η επιθετικότητά του φαίνεται να δικαιολογείται από τη μακρόχρονη παραμονή του στη φυλακή. Ο χρόνιος εγκλεισμός του καθώς και οι πολλές μεταγωγές του σε όλες σχεδόν τις φυλακές της χώρας, τού έχουν προκαλέσει σωματική και συναισθηματική κόπωση, εκμηδενίζοντας τις ψυχικές του αντοχές .

Ο μόνος άνθρωπος που του συμπαραστέκεται είναι κάποιος φίλος του, ο όποίος τον στηρίζει οικονομικά και ψυχολογικά. Αυτός αποτελεί και τη μοναδική διέξοδο στο αδιέξοδό του.

Οι δυσκολίες της επανένταξής του Μιχάλη ήταν πολλές και απαιτούσαν στήριξη, ώστε να καμφθούν οι δυσμενείς συνέπειες του μακρόχρονου εγκλεισμού του. Ο Μιχάλης μετά την έκτιση της ποινής του κατάφερε να μείνει εκτός φυλακής μόνο δύο μήνες. Και αυτό γιατί, όπως λέει χαρακτηριστικά, «στην κοινωνία των φυλακών ζούμε καλύτερα. Έξω υπάρχουν δυσκολίες οικονομικές, απρόβλεπτες καταστροφές. Έξω είναι πιο επικίνδυνα, μέσα είμαστε πιο ασφαλείς». Αναζήτησε δουλειά αλλά το στίγμα του «αποφυλακισμένου» δεν του επέτρεψε την απόκτηση εργασιακής απασχόλησης. Ο Μιχάλης δεν μπόρεσε να ισορροπήσει στην ελεύθερη ζωή. Δεν γνώριζε άλλωστε τους όρους της, αφού ήταν έγκλειστος από τα 15 του χρόνια. Ο άκομψος χειρισμός της «ελευθερίας» κατά τη διάρκεια της δίμηνης παραμονής του εκτός φυλακής φαίνεται να ευθύνεται για την διάπραξη πολλών αξιόποινων πράξεων, εξαιτίας των οποίων θα χρειασθεί να παραμείνει για πολλά χρόνια μέσα στη φυλακή.

Όταν πια αποφυλακιστεί «θα δημιουργήσει μία οικογένεια και θα συνεχίσει τη ζωή του». Εξάλλου από τη φυλακή έμαθε τον κανόνα ότι είσαι μόνος και πρέπει να επιβιώσεις. Αυτόν μάλλον θα ακολουθήσει και στη νόμιμη ζωή του.
ΟΡΕΣΤΗΣ
Ο Ορέστης είναι 21 ετών. Κατοικεί στη Θήβα σε περιοχή όπου η πλειονότητα των κατοίκων είναι τσιγγάνοι. Ζει με τη μητριά του, τον πατέρα του και τα αδέλφια του. Τη φυσική του μητέρα δεν την έχει γνωρίσει, δεν ξέρει ποια είναι.

Τον συναντήσαμε στην πλατεία της Θήβας την 1η Ιουλίου 1999. Ήρθε κρατώντας ένα ποτήρι με καφέ. Προτίμησε να καθίσουμε και να συζητήσουμε σ’ ένα παγκάκι.

Κοινωνικός, ιδιαίτερα ομιλητικός, προβληματισμένος και φιλοσοφημένος για τη ζωή, χρησιμοποιούσε ωραίο λεξιλόγιο και εκφράσεις.

Σχολείο δεν πήγε. Γράμματα έμαθε μόνος του. Έβλεπε τα γράμματα, τα διάβαζε ένα προς ένα και μετά τα ένωνε. Οι τσιγγάνοι δεν μαθαίνουν γράμματα, γιατί έτσι έχουν συνηθίσει από τους παλιούς.

Καταδικάστηκε σε φυλάκιση γιατί προξένησε βαριά σωματική βλάβη. Τσακώθηκε με κάποιους και πάνω στον καβγά κτύπησε έναν από αυτούς. Στη φυλακή έζησε 2 χρόνια και αποφυλακίστηκε με όρους.

Για τον Ορέστη η φυλακή είναι «μεγάλη εμπειρία! Μπαίνει στο μυαλό σου! Δεν ξεκολλάει! Πολύ άσχημη κατάσταση!....

Άλλο να τα βλέπεις και άλλο να τα λες!...

Δύσκολη περίοδος! Δεν υπήρχαν χρήματα... Πολλά τα χρόνια...

Εγώ τουλάχιστον δεν είπα κάποια παράνομη κουβέντα. Δεν απέδειξα κάποιο άσχημο χαρακτήρα.

Στέλνοντάς μας στη φυλακή (οι αρμόδιοι) νομίζουν ότι κάνουν καλό. Αλλά είναι αντίστροφη μέτρηση! Μας ταλαιπωρούν. Δεν μας βάζουν μυαλό. Μέσα δε μαθαίνεις!

Πρέπει να σε έχουν συνέχεια στο πρόβλημα αυτό. Να σου βάζουν μυαλό.

Σαν παιδί, κάνεις παρανομία...... Έτσι. Στη φυλακή, όμως ,δε βάζεις μυαλό!

Χρειάζεται κάποια κοινωνική λειτουργός.....

...Κι όταν βγεις δεν σε βοηθούν. Σε αφήνουν πίσω. Τότε θα πας να κλέψεις.

Η φυλακή σε κάνει άγριο, χειρότερο.

Υπάρχουν παιδιά - ομάδες, που δε σκέφτονται να βγουν και να βρουν δουλειά. Συζητάνε τι έκαναν, πώς έγινε, πώς θα κλέψουν.

Δεν είναι αυτή ζωή!!» είπε.

Ωστόσο ο ίδιος στο έγκλημα δεν πρόκειται να ξαναστραφεί. «Όλοι θέλουμε κάτι καλύτερο στη ζωή μας. Να έχουμε υγεία».

«Βγήκα με όρους. Έδινα το παρών. Με ρωτούσαν ανόητα πράγματα. Τους έλεγα μάτια έχετε, μπορείτε να δείτε»

Όταν αποφυλακίστηκε τον μάζεψαν οι γονείς του. Δουλεύει μαζί με τον πατέρα του. Είναι γυρολόγος. Θέλει, όμως, μία δική του δουλειά. Θέλει να ασχοληθεί με το εμπόριο. Θέλει να κάνει χρήματα, σπίτι. Να ζει κοινωνικά, ήρεμα.

Η φυλακή, το ποινικό μητρώο τού δημιουργεί προβλήματα στην προσπάθειά του να βρει κάποια δουλειά. «Δεν μπορείς να βρεις δουλειά. Δεν θα δουλέψει, όμως, το ποινικό μητρώο. Εγώ θα δουλέψω». Είναι και τσιγγάνος και αυτό του δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα. «Όλοι είμαστε ίδιοι, και είμαστε ίσοι», αγανάκτησε.

Αμέσως μετά τη φυλακή θέλησε να ηρεμήσει για ένα χρόνο.

Τα ναρκωτικά «δεν είναι καλό. Πολύ άσχημο πράγμα. Από την καλή ζωή σε φέρνει στην κακή»

.... «Εβγαλα δύο χρόνια φυλακή», είπε. Όταν βγήκα είχα ψυχολογικά προβλήματα, δεν μπορούσα να αντέξω. Το τσιγάρο (χασίς) με ηρεμούσε»... Μέσα στη φυλακή ναρκωτικά διακινούνται...Πολλοί κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας, γιατί είναι εθισμένοι στη χρήση των ναρκωτικών και δεν αντέχουν τη στέρηση».

Τώρα μετά τη φυλακή «μας βλέπει η αστυνομία να κάνουμε παρέα και νομίζει ότι κάνουμε παρανομίες. Τα αφήνουμε έτσι τα πράγματα».

3 comments:

trying escape the truth said...

Καταρχάς να γκρινιάξω για λίγο (γιατί τα γράφεις ανάποδα και μπερδεύεις τον κόσμο;;;!) Κατά δεύτερον όλες αυτές οι μαρτυρίες δείχνουν τη δυσκολία του μετά αλλά το πριν για λίγους γίνεται μέσα στις φυλακές. (εκεί απλά πάνε στα πιο βαριά ή κάποιοι ξεκινάνε) Το θέμα είναι πως βρίσκουν τη δόση τους ακόμη και στα κέντρα αποτοξίνωσης; (ακόμα και στα νοσοκομεία)

kwstask said...

Κι ομως δεν ειναι αναποδα!αν τα γραψω αλλιως θα τα δεις ως: παρτ 3,2,1 ενω τωρα τα βλεπεις ως 1,2,3...Οσο για αυτο που ρωτας υπαρχουν ακομα και στα νοσοκομεια κλικες που μπορουν να σου φερουν απο χαπι μεχρι ενεση!εδω καποτε ειχε βγει βρωμα οτι μεσα απο τον Ο.ΚΑ.ΝΑ εδιναν ναρκωτικα σε χρηστες αλλα το κουκουλωσανε!

trying escape the truth said...

Έχεις δικιο για τη σειρά! Δεν το είχα δει έτσι (μη σου ξεφύγει πουθενά σσσσσσ..!)
Αυτό το είχα ακούσει κι εγώ αλλά όπως όλες οι "βρώμες" που αναφερονται σε βρώμικους ανθρώπους καλύπτονται πριν το καταλάβεις